Σελιδες

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

Ετυμολογία ρόδακας < καθαρεύουσα ρόδαξ < ρόδον. Ουσιαστικό ρόδακας αρσενικό: ακτινωτό διακοσμητικό σχήμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου